Ανώνυμο σχέδιο (32)

Ιστορία Προσανατολισμού Γ’ Λυκείου – Ορισμοί Β’ Κεφαλαίου για Πανελλήνιες 2025

Ιστορία Προσανατολισμού Γ’ Λυκείου – Ορισμοί Β’ Κεφαλαίου για Πανελλήνιες 2025

Β΄ Κεφάλαιο – Η Διαµόρφωση και λειτουργία των πολιτικών κοµµάτων στην Ελλάδα (1821-1936) 

Παρακάτω θα βρεις συγκεντρωμένους όλoυς τους ορισμούς που αναφέρονται στο πρώτο κεφάλαιο από το βιβλίο της  Προσανατολισμού της ιστορίας Γ Λυκείου, ώστε αν είσαι μαθητής ή μαθήτρια να κάνεις τη μελέτη σου πιο αποτελεσματική και αν είσαι καθηγητής ή καθηγήτρια ιστορίας να κάνεις τη διδασκαλία πιο αποδοτική. 

Η ιστορία ενός λαού είναι το κλειδί της γνωσησ (1920 x 1080 px)
Η ιστορία ενός λαού είναι το κλειδί της γνωσησ (1920 x 1080 px)

Σχέση πελατείας:  

Η σχέση πελατείας είναι µία σχέση εκούσιας διπολικής ανταλλαγής ανάµεσα σε κοινωνικούς φορείς άνισης κοινωνικής και οικονοµικής ισχύος, που στηρίζεται στην αµοιβαία ανάληψη υποχρεώσεων παροχής ορισµένων διαφορετικών υπηρεσιών, χωρίς το πλέγµα αυτό των υποχρεώσεων να εντάσσεται σ’ ένα δεδοµένο έννοµο ή οπωσδήποτε θεσµοποιηµένο σύστηµα αξιολογικών κανόνων συµπεριφοράς και αντιστοίχων κυρώσεων.  

Πελατειακά δίκτυα:  

Είναι το σύνολο των ανθρώπων που µετέχουν σε ένα σύστηµα πελατειακών σχέσεων µε κορυφή το ίδιο πρόσωπο. Η σχέση πελατείας είναι µια σχέση αµοιβαίας βοήθειας ανάµεσα σε άτοµα µε διαφορετική κοινωνική και οικονοµική δύναµη. Και οι δύο πλευρές αναλαµβάνουν την υποχρέωση να παράσχει συγκεκριµένες υπηρεσίες η µία στην άλλη, χωρίς όµως αυτές οι υποχρεώσεις να ελέγχονται από κάποιους νόµους και να επιβάλλονται νοµικές κυρώσεις όταν δεν τηρούνται. 

Πάτρωνες-Πατρωνία:  

Ο πρώτος µη κρατικός φορέας στον οποίο κατέφευγαν οι Έλληνες υπήκοοι επί τουρκοκρατίας αναζητώντας παροχή της στοιχειώδους ασφάλειας ήταν η ευρύτερη οικογένεια. Κάθε οικογένεια συνδεόταν οριζόντια µε άλλες οικογένειες και κάθετα µε πάτρωνες-προστάτες και τις οικογένειές τους, που είχαν υψηλότερη κοινωνική θέση. Στην Πελοπόννησο, για παράδειγµα, κατά την περίοδο 1715-1821 αναπτύχθηκαν δύο µεγάλα δίκτυα πατρωνίας, στην κορυφή των οποίων βρίσκονταν οικογένειες προκρίτων. Ανάµεσα σ’ αυτές επικρατούσε έντονος ανταγωνισµός για την άσκηση επιρροής σε όλα τα επίπεδα της δηµόσιας ζωής και για την κατάληψη των δηµοσίων θέσεων. Στη Στερεά Ελλάδα φορείς της πατρωνίας ήταν µεγαλοαρµατωλοί. Στα νησιά, εξάλλου, στην ηγεσία των δικτύων πατρωνίας βρίσκονταν οι οικογένειες των µεγάλων πλοιοκτητών. Οι φορείς της πατρωνίας δεν είχαν λόγο σε ζητήµατα που άπτονταν της νοµοθεσίας ή της εξωτερικής πολιτικής, και εποµένως τα δίκτυα πατρωνίας δεν διαµόρφωναν διαφορετικές πολιτικές απόψεις. Γενικότερα, τα δίκτυα πατρωνίας δε λειτουργούσαν κάτω από τους ίδιους όρους και δεν ανταποκρίνονταν στις ίδιες ανάγκες µε τα κατοπινά κόµµατα. 

Κόµµα: 

 Ένωση πολιτών, οι οποίοι έχουν συσσωµατωθεί λόγω κοινών πολιτικών απόψεων, συµφερόντων και στόχων, ώστε να κατακτήσουν µέσω της κατοχής πολιτικών ηγετικών θέσεων τόση εξουσία µέσα σε ένα κράτος, ώστε να µπορούν να πραγµατοποιήσουν τους πολιτικούς τους σκοπούς. Γενικός Οργανισµός της Πελοποννήσου Όταν ο Δηµήτριος Υψηλάντης έφτασε στην Ύδρα , µε σκοπό την ανάληψη της ηγεσίας της Επανάστασης, οι Πελοποννήσιοι είχαν ήδη ορίσει από µόνοι τους κυβερνητικά όργανα τοπικής εµβέλειας. Ο Υψηλάντης θέλησε να επιβάλει ένα δικό του «Γενικό Οργανισµό της Πελοποννήσου», που θα του επέτρεπε να συγκεντρώσει τη στρατιωτική και πολιτική εξουσία στα χέρια του. Οι πρόκριτοι δεν το αποδέχτηκαν και µε δυσκολία αποσοβήθηκε η σύρραξη. 

Προσωρινόν Πολίτευµα: 

 Το «Προσωρινόν Πολίτευµα» της Επιδαύρου, το πρώτο σύνταγµα της Επανάστασης, ψηφισµένο από την Α΄ Εθνοσυνέλευση, έδωσε το 1822 λύση στο πρόβληµα της ηγεσίας του Αγώνα, µε τον αντιαπολυταρχικό χαρακτήρα του και τη θέσπιση πολυαρχικής εξουσίας. Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος κατόρθωσε να γίνει ρυθµιστής της κατάστασης, έχοντας εξασφαλίσει για τον κύκλο του και για τους προκρίτους την εξουσία, ενώ αγνοήθηκαν ο Κολοκοτρώνης και ο Υψηλάντης. Έτσι δηµιουργήθηκε ρήγµα στις σχέσεις µεταξύ στρατιωτικών και προκρίτων.  

Πρόκριτοι (κόµµα):  

 Ένα από τα δύο ισχυρά κόµµατα που συγκροτήθηκαν στη Β΄ εθνοσυνέλευση του Άστρους το 1823. Οι πρόκριτοι, υποστηρίζοντας ότι η ηγεσία της Επανάστασης ανήκει σε εκείνους που ξέρουν να κάνουν πολιτικούς χειρισµούς, προσπάθησαν να εκµηδενίσουν τη δύναµη των κλεφτοκαπεταναίων. Οι πρόκριτοι κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν την εξουσία στα χέρια τους, καταλαµβάνοντας τις κυβερνητικές θέσεις. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε διχασµό µεταξύ των δύο αντίπαλων στρατοπέδων που γρήγορα πήρε τη µορφή εµφυλίου πολέµου (πρώτο εξάµηνο 1824). Επικράτησαν τελικά οι πρόκριτοι, ενώ η διαµάχη έληξε µε τη χορήγηση αµνηστίας. 

Κλεφτοκαπεταναίοι (κόµµα): 

 Ένα από τα δύο ισχυρά κόµµατα που συγκροτήθηκαν στη Β΄ Εθνοσυνέλευση του Άστρους το 1823. Οι κλεφτοκαπεταναίοι είχαν αποκτήσει µεγάλη δύναµη µετά τις πρώτες πολεµικές επιτυχίες. Τη δύναµή τους αυτή προσπάθησαν να εκµηδενίσουν οι πρόκριτοι, υποστηρίζοντας ότι η ηγεσία της επανάστασης ανήκει σε εκείνους που ξέρουν να κάνουν πολιτικούς χειρισµούς. Οι κλεφτοκαπεταναίοι αντέτειναν ότι η εξουσία ανήκει σ’ εκείνους που διεξάγουν τον πόλεµο.  

Πανελλήνιον:  

 Ήταν ένα συµβουλευτικό όργανο που επανδρώθηκε από τον Καποδίστρια, µε αντιπροσώπους και των τριών παρατάξεων, προκειµένου να εξασφαλιστεί εσωτερική γαλήνη. Το όργανο αυτό συστάθηκε κατά το 1825, τη στιγµή που η ύπαρξη των πρώτων κοµµάτων ήταν πλέον δεδοµένη. 

Εθνοσυνέλευση του 1843-44: 

 Η επανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου 1843 έδρασε καταλυτικά στη διαµόρφωση των πολιτικών πραγµάτων. Αµέσως µετά από αυτή, η δυναµική παρουσία των τριών «ξενικών» κοµµάτων στην πολιτική ζωή της χώρας αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι οι τρεις ηγέτες τους διηύθυναν τις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης κατά το 1843-1844 στη διάρκεια της οποίας ψηφίστηκε το Σύνταγµα του 1844. Οι ηγέτες αυτοί κατόρθωσαν να αποφύγουν τις ακραίες θέσεις, να επιβληθούν στις ριζοσπαστικές οµάδες των κοµµάτων τους και να πάρουν από κοινού αποφάσεις για τις συνταγµατικές ρυθµίσεις. 

Σύνταγµα του 1844: 

Το πρώτο Σύνταγµα που εφαρµόστηκε µετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους. Ψηφίστηκε από την Εθνοσυνέλευση του 1843-44, που συγκροτήθηκε µετά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου του 1843.  

Συνταγµατική µοναρχία: 

 Είναι το πολίτευµα που καθιερώθηκε µε το Σύνταγµα του 1844. Σύµφωνα µε το σύνταγµα αυτό καθορίστηκαν και οι βασιλικές εξουσίες. Μεταξύ των σπουδαιότερων ήταν η συµµετοχή του βασιλιά στην άσκηση της νοµοθετικής εξουσίας και η αρχηγία του κράτους και του στρατού. Όµως, καµία πράξη του δεν είχε ισχύ χωρίς την προσυπογραφή του αρµόδιου υπουργού. Επίσης, προβλεπόταν η ύπαρξη Βουλής και Γερουσίας. Οι γερουσιαστές θα διορίζονταν από τον βασιλιά και θα διατηρούσαν το αξίωµά τους ισόβια.  

Το δικαίωµα του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι: 

 Μια από τις αδυναµίες του Συντάγµατος του 1843-44 ήταν το ότι δεν κατοχυρώθηκε συνταγµατικά το δικαίωµα του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι, πράγµα που µπορούσε να φέρει εµπόδια στη συγκρότηση κοµµατικών µηχανισµών. Αργότερα, όµως, µε την ψήφιση του Συντάγµατος του 1864 κατοχυρώθηκε η ελευθερία του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι, η οποία άνοιγε το δρόµο για την ελεύθερη συγκρότηση κοµµάτων. Τα κόµµατα θεωρήθηκαν απαραίτητα για την έκφραση της βούλησης της κοινής γνώµης, µε το επιχείρηµα ότι η εναλλακτική λύση είναι οι συνωµοτικοί κύκλοι ή οι βιαιοπραγίες. 

Το δικαίωµα της καθολικής ψηφοφορίας: 

Με άλλες διατάξεις του Συντάγµατος του 1844 κατοχυρωνόταν, µε ελάχιστους περιορισµούς, το δικαίωµα της καθολικής ψηφοφορίας για τους άνδρες, ρύθµιση που αποτελούσε παγκόσµια πρωτοπορία. Το δικαίωµα της καθολικής ψηφοφορίας δηµιούργησε vέους όρους για την πολιτική και κοµµατική δράση, καθώς ανοίχτηκε ευρύ πεδίο για τη συµµετοχή πολιτών και κοµµάτων στο δηµόσιο βίο και διευκολύνθηκε η διεκδίκηση συµφερόντων.  

Ναπαίοι: 

Είναι οι οπαδοί του ρωσικού κόµµατος το οποίο ήταν ένα από τα «ξενικά» κόµµατα στην Ελλάδα κατά την περίοδο διακυβέρνησης του Όθωνα. Οι ναπαίοι προέβαλλαν σε κάθε περίπτωση τον κίνδυνο για την Ορθοδοξία, καθώς όµως τα µεγάλα εκκλησιαστικά ζητήµατα είχαν λυθεί και όλοι οι πολιτικοί πρέσβευαν το ορθόδοξο δόγµα, το ρωσικό κόµµα δεν είχε λόγο ύπαρξης, εφόσον δεν είχε θέσεις για πιο επίκαιρα θέµατα.  

Αντιπολιτευτικοί όµιλοι: 

Περί τα τέλη της δεκαετίας του 1850 έγινε φανερή µια συνολική δυσαρέσκεια µεγάλων τµηµάτων του πληθυσµού λόγω της οικονοµικής δυσπραγίας και της δυσλειτουργίας του πολιτικού συστήµατος και συγκροτήθηκαν αντιπολιτευτικοί όµιλοι µε εκσυγχρονιστικά κατά κύριο λόγο αιτήµατα: ελεύθερες εκλογές, φορολογική µεταρρύθµιση µε στόχο την ελάφρυνση των αγροτών, κρατικές επενδύσεις σε έργα υποδοµής, ίδρυση αγροτικών τραπεζών, απλούστερη διοίκηση. Τα αιτήµατα αυτά εξέφρασε σε µεγάλο βαθµό µε την πολιτική του δράση ο Αλέξανδρος Κουµουνδούρος. 

Επανάσταση του 1862: 

Το Φεβρουάριο του 1862 η δυσαρέσκεια κατέληξε σε επανάσταση, µε αίτηµα την αποµάκρυνση του βασιλιά. Στην επανάσταση συµµετείχαν κατά κύριο λόγο αξιωµατικοί, άνεργοι απόφοιτοι πανεπιστηµίου που δεν ήθελαν να εργαστούν στους κλάδους της αγροτικής και βιοτεχνικής παραγωγής και αισθάνονταν κοινωνικά αδικηµένοι. Συµµετείχαν ακόµη και πολλά άτοµα ανώτερων κοινωνικών στρωµάτων, τα οποία ζητούσαν ευκαιρίες για ενεργότερη συµµετοχή στα πολιτικά πράγµατα. Στις 12 Οκτωβρίου 1862 ο Όθων αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα. 

Εθνοσυνέλευση του 1862-1864: 

Μετά την επανάσταση του 1862 και τη φυγή του Όθωνα από την Ελλάδα συγκροτήθηκε η Εθνοσυνέλευση του 1862-1864 µε σκοπό την ψήφιση του νέου συντάγµατος. Πιο συγκεκριµένα, οι επαναστάτες προκήρυξαν εκλογές αντιπροσώπων για Εθνοσυνέλευση, η οποία θα ψήφιζε νέο σύνταγµα. Οι εκλογές έγιναν το Νοέµβριο του 1862. Η πλειονότητα των αντιπροσώπων που εκλέχθηκαν προερχόταν από τοπικά ψηφοδέλτια, χωρίς κοµµατικές παρεµβάσεις. Αυτό είναι µία ακόµη απόδειξη ότι τα «ξενικά» κόµµατα είχαν χρεοκοπήσει. Μέσα στην εθνοσυνέλευση συγκροτήθηκαν οι πυρήνες των δύο µεγάλων παρατάξεων, των πεδινών και των ορεινών, όπως ονοµάστηκαν, αλλά και µικρότεροι πολιτικοί σχηµατισµοί, το Εθνικόν Κοµιτάτον και οι Εκλεκτικοί. 

Πραιτωριανοί: 

Επίλεκτο σώµα του ρωµαϊκού στρατού. Είχαν ως κύριο έργο τους την ασφάλεια του αυτοκράτορα. Παρενέβαιναν ποικιλότροπα στα πολιτικά πράγµατα της Ρώµης. Ρύθµιζαν την αυτοκρατορική εξουσία και αρκετές φορές προκάλεσαν πολιτικές κρίσεις. Διαλύθηκαν από τον Μ. Κωνσταντίνο. Μετά τη δηµιουργία του κόµµατος των πεδινών κατά την περίοδο 1862- 1864, ο Βούλγαρης ως ηγέτης του κόµµατος µε παρεµβάσεις στο στρατό επιχείρησε τη δηµιουργία σώµατος «πραιτωριανών» για να εξασφαλίσει την παραµονή του στην εξουσία. 

Πεδινοί : 

Ήταν µία από τις δύο µεγάλες παρατάξεις που συγκροτήθηκαν µέσα στην Εθνοσυνέλευση του 1862-1864. Οι πεδινοί είχαν ως ηγέτη τον Δηµήτριο Βούλγαρη, ο οποίος υπονόµευε τους κοινοβουλευτικούς θεσµούς. Με παρεµβάσεις στο στρατό επιχείρησε τη δηµιουργία σώµατος «πραιτωριανών» για να εξασφαλίσει την παραµονή του στην εξουσία. Εµπόδιο στις επιδιώξεις του στάθηκαν πολιτικές οµάδες και θεσµοί. Ο Βούλγαρης έβρισκε οπαδούς ανάµεσα σ’ εκείνους που είχαν διοριστεί παράνοµα στο στρατό ή στο δηµόσιο, και φοβούνταν µη χάσουν τη θέση τους σε περίπτωση επικράτησης συνθηκών κοινοβουλευτικής νοµιµότητας, σε άνεργους πτυχιούχους και στους µικροκαλλιεργητές. Ο λαός συµµετείχε ενεργά στη συγκρότηση των πεδινών. 

Ορεινοί: 

Ήταν µία από τις δύο µεγάλες παρατάξεις που συγκροτήθηκαν µέσα στην Εθνοσυνέλευση του 1862-1864. Οι ορεινοί απαρτίστηκαν από διάφορες οµάδες (υπό τον Δ. Γρίβα και τον Κ. Κανάρη) µε κοινό στόχο την αντίσταση στην πολιτική των πεδινών. Βρήκαν υποστηρικτές µεταξύ των µικροκαλλιεργητών, των κτηνοτρόφων, των εµπόρων και των πλοιοκτητών. Ο λαός συµµετείχε ενεργά στη συγκρότηση των ορεινών. 

Εθνικόν Κοµιτάτον: 

 Ήταν ένας από τους πολιτικούς σχηµατισµούς που συγκροτήθηκαν µέσα στην Εθνοσυνέλευση του 1862-1864. Είχε µικρότερη απήχηση συγκριτικά µε τις δύο µεγαλύτερες παρατάξεις, των πεδινών και των ορεινών. Το Εθνικόν Κοµιτάτον, υπό τον Επαµεινώνδα Δεληγιώργη, που υποστήριζε την ανάπτυξη του κοινοβουλευτισµού και τον εκσυγχρονισµό της χώρας, οικονοµική ανάπτυξη και µεταρρυθµίσεις στη διοίκηση και στο στρατό, πολιτισµική εξάπλωση στην Οθωµανική αυτοκρατορία.  

Εκλεκτικοί: 

Ήταν ένας από τους πολιτικούς σχηµατισµούς που συγκροτήθηκαν µέσα στην Εθνοσυνέλευση του 1862-1864. Είχε µικρότερη απήχηση συγκριτικά µε τις δύο µεγαλύτερες παρατάξεις, των πεδινών και των ορεινών. Οι Εκλεκτικοί ήταν µια ετερόκλητη παράταξη εξεχόντων πολιτικών, λογίων και αξιωµατικών, µε µετριοπαθείς θέσεις, η οποία προσπαθούσε να µεσολαβεί µεταξύ των άλλων παρατάξεων και να υποστηρίζει σταθερές κυβερνήσεις. 

Βασιλευόµενη δηµοκρατία: 

Είναι το πολίτευµα που καθιερώθηκε µε το Σύνταγµα του 1864 αντί της µέχρι τότε συνταγµατικής µοναρχίας. Κατοχυρώθηκαν µεταξύ άλλων η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, η άµεση, µυστική και καθολική (για τον ανδρικό πληθυσµό) ψήφος µε σφαιρίδια, η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και η ελευθερία του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι, η οποία άνοιγε το δρόµο για την ελεύθερη συγκρότηση κοµµάτων. Τα κόµµατα θεωρήθηκαν απαραίτητα για την έκφραση της βούλησης της κοινής γνώµης, µε το επιχείρηµα ότι η εναλλακτική λύση είναι οι συνωµοτικοί κύκλοι ή οι βιαιοπραγίες.  

Αρχή της δεδηλωµένης: 

Ψηφίστηκε το 1875. Η ιδέα ανήκε στον νέο τότε πολιτικό Χαρίλαο Τρικούπη, ο οποίος υποστήριξε δηµόσια ότι µόνη λύση στο πρόβληµα της πολιτικής αστάθειας ήταν η συγκρότηση δύο µεγάλων κοµµάτων εξουσίας, σύµφωνα µε το πρότυπο της Αγγλίας. Για να καταστεί αυτό δυνατόν, έπρεπε ο βασιλιάς να αναθέτει την εντολή σχηµατισµού κυβέρνησης µόνο σε πολιτικό ο οποίος σαφώς είχε τη «δεδηλωµένη» εµπιστοσύνη της πλειοψηφίας των βουλευτών. Αυτό θα στερούσε από τα κόµµατα µειοψηφίας τη δυνατότητα να σχηµατίζουν κυβέρνηση, θα τα ωθούσε σε συνένωση µε τα µεγάλα και θα είχε ως αποτέλεσµα σταθερότερες κυβερνήσεις πλειοψηφίας. Ο βασιλιάς, υπό την πίεση της αντιπολίτευσης και του επαναστατικού αναβρασµού του λαού, υιοθέτησε τελικά την άποψη του Τρικούπη, η οποία αποτελεί τοµή στην πολιτική ιστορία της χώρας, καθώς οδήγησε σε µεταβολή του πολιτικού τοπίου. 

Δικοµµατισµός:  

Ονοµάζεται η επικράτηση στη Βουλή των δύο µεγαλύτερων κοµµάτων τα οποία κατέχουν το µεγαλύτερο ποσοστό των εδρών. Μάλιστα ο Χαρίλαος Τρικούπης είχε υποστηρίξει δηµόσια ότι µόνη λύση στο πρόβληµα της πολιτικής αστάθειας ήταν η συγκρότηση δύο µεγάλων κοµµάτων εξουσίας, σύµφωνα µε το πρότυπο της Αγγλίας. Για να καταστεί αυτό δυνατόν, έπρεπε ο βασιλιάς να αναθέτει την εντολή σχηµατισµού κυβέρνησης µόνο σε πολιτικό ο οποίος σαφώς είχε τη «δεδηλωµένη» εµπιστοσύνη της πλειοψηφίας των βουλευτών. Αυτό θα στερούσε από τα κόµµατα µειοψηφίας τη δυνατότητα να σχηµατίζουν κυβέρνηση, θα τα ωθούσε σε συνένωση µε τα µεγάλα και θα είχε ως αποτέλεσµα σταθερότερες κυβερνήσεις πλειοψηφίας. Το 1884, τα δύο µεγάλα κόµµατα, του Τρικούπη και του Δηλιγιάννη, έλεγχαν το 92,2% των εδρών στο Κοινοβούλιο. Το κοινοβουλευτικό σύστηµα και ο δικοµµατισµός θεµελιώθηκαν. 

Κράτος Δικαίου:  

Είναι ένα κράτος στο οποίο η οργάνωση και η λειτουργία όλων των θεσµών και των τοµέων της κρατικής εξουσίας ρυθµίζονται µε κανόνες του θετικού δικαίου, δηλαδή µε νόµους που το ίδιο το κράτος έχει θεσπίσει.  

Ταξικό κόµµα: 

Είναι το κόµµα το οποίο εκπροσωπεί κυρίως τα συµφέροντα µιας κοινωνικής τάξης. Αντίθετα µε άλλες χώρες της Ευρώπης, στην Ελλάδα στο τελευταίο τέταρτο του αιώνα δεν προέκυψαν ταξικά κόµµατα. Στην Ελλάδα πολλές κοινωνικοοικονοµικές αντιθέσεις αµβλύνονταν µέσω των πελατειακών σχέσεων και µε τη µεγάλη, συγκριτικά µε άλλες χώρες, κοινωνική κινητικότητα. Τα δύο µεγάλα κόµµατα δεν προσπάθησαν να δώσουν ένα τοπικό ή κοινωνικόταξικό στίγµα. 

Στρατιωτικός Σύνδεσµος (κίνηµα στο Γουδί): 

Το 1909 συντελείται µια τοµή στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας γενικότερα, και των πολιτικών κοµµάτων ειδικότερα. Στις 15 Αυγούστου 1909 εκδηλώθηκε κίνηµα στο Γουδί, το οποίο έγινε από τον Στρατιωτικό Σύνδεσµο, µια µυστική ένωση στρατιωτικών, µε αιτήµατα που αφορούσαν µεταρρυθµίσεις στο στρατό, τη διοίκηση, τη δικαιοσύνη, την εκπαίδευση και τη δηµοσιονοµική πολιτική. Ο Στρατιωτικός Σύνδεσµος δεν εγκαθίδρυσε δικτατορία, αλλά προώθησε τα αιτήµατά του µέσω της Βουλής. Με αφορµή το κίνηµα, έγινε στις 14 Σεπτεµβρίου µεγάλη διαδήλωση των επαγγελµατικών σωµατείων της πρωτεύουσας. Οι διαδηλωτές υποστήριξαν το διάβηµα του Στρατιωτικού Συνδέσµου. Στις 15 Μαρτίου 1910 ο Στρατιωτικός Σύνδεσµος διαλύθηκε έχοντας επιτύχει τις επιδιώξεις του.  

Οµάδα Ιαπώνων: 

Το µοναδικό νέο πολιτικό στοιχείο έως το 1909 ήταν η εµφάνιση της κοινοβουλευτικής οµάδας των Ιαπώνων, πολιτικού µορφώµατος υπό τον Δηµήτριο Γούναρη, που ιδρύθηκε το 1906. Επίκεντρο της κριτικής του ήταν η αδυναµία του πολιτικού συστήµατος να προσαρµοστεί στις εξελίξεις της κοινωνίας. Η οµάδα δεν µπόρεσε να επιβιώσει και διαλύθηκε το 1908. 

Ανόρθωση:  

Μετά το κίνηµα στο Γουδί και πριν από τις εκλογές της 8ης Αυγούστου 1910 δεν είχε συγκροτηθεί κανένα νέο µεγάλο κόµµα που να υποστηρίζει τις µεταρρυθµίσεις οι οποίες προτάθηκαν το 1909/1910. Φορείς των νέων ιδεών υπήρξαν ανεξάρτητοι υποψήφιοι, οι οποίοι είτε κατά µόνας είτε µαζί µε άλλους, σε ανεξάρτητα ψηφοδέλτια, διεκδικούσαν τις ψήφους των δυσαρεστηµένων µε τα παλαιά κόµµατα εκλογέων. Αυτοί οι ανεξάρτητοι πολιτικοί, µε το γενικό σύνθηµα της «ανόρθωσης», ανάλογα µε την περιοχή που ήταν υποψήφιοι και τον πληθυσµό στον οποίο απευθύνονταν, εννοούσαν είτε την υλοποίηση των αιτηµάτων των συντεχνιών, όπως εκφράστηκαν στα συλλαλητήρια του 1909, είτε την επίλυση του αγροτικού ζητήµατος, µε την παροχή γης στους ακτήµονες. 

Κόµµα των Φιλελευθέρων: 

Το κόµµα των Φιλελευθέρων ιδρύθηκε και τυπικά στις 22 Αυγούστου 1910, από µέλη της Εθνοσυνέλευσης. Αρχηγός του κόµµατος ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος στις 5 Σεπτεµβρίου 1910 στην οµιλία του στην πλατεία Συντάγµατος, η οποία αποτελεί την πρώτη δηµόσια εµφάνιση του Βενιζέλου ως ελλαδίτη πολιτικού έκανε προγραµµατικές δηλώσεις, µε τις οποίες υποστήριξε µετριοπαθείς µεταρρυθµίσεις. Στόχευε σε εκσυγχρονισµό του πολιτικού συστήµατος, µε την εξισορρόπηση των συµφερόντων όλων των κοινωνικών στρωµάτων. Βασικές θέσεις του προγράµµατός του ήταν η κοινωνική γαλήνη, η ελάφρυνση των κατώτερων κοινωνικών στρωµάτων, ο εκσυγχρονισµός του κρατικού µηχανισµού, µε σκοπό την αποτελεσµατικότερη λειτουργία του, και στρατιωτικοί εξοπλισµοί για την πραγµατοποίηση των εθνικών διεκδικήσεων. Επίσης, παρά την πίεση των οπαδών του, υποστήριξε την αναθεώρηση του υπάρχοντος συντάγµατος και όχι την ψήφιση νέου. Πολιτειακό ζήτηµα δεν έθεσε. Προανήγγειλε την ίδρυση ενός κόµµατος αρχών, το οποίο θα ήταν φορέας των µεταρρυθµίσεων. Όσον αφορά τη δοµή του βενιζελικού κόµµατος, αυτό ήταν σε µεγάλο βαθµό προσωποπαγές. Ο Βενιζέλος, µε ισχυρή θέση στο Κοινοβούλιο και µεγάλο κύρος, είχε τα πάντα υπό τον έλεγχό του, όπως και ο Τρικούπης. 

Σύνταγµα του 1911: 

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, παρά την πίεση των οπαδών του, υποστήριξε την αναθεώρηση του υπάρχοντος συντάγµατος και όχι την ψήφιση νέου. Πολιτειακό ζήτηµα δεν έθεσε. Έτσι, µε τη νίκη του κόµµατος των Φιλελευθέρων στις εκλογές του Νοεµβρίου του 1910 η κυβέρνηση Βενιζέλου προχώρησε στην αναθεώρηση του Συντάγµατος. Το πρώτο εξάµηνο του 1911 ψηφίστηκαν από τη Βουλή 53 τροποποιήσεις µη θεµελιωδών διατάξεων του συντάγµατος. Δεν έγιναν ριζικές αλλαγές, αλλά αντίθετα, ενισχύθηκε η θέση της µοναρχίας και επετράπη στον βασιλιά, παρά τη συνταγµατική απαγόρευση, να συµµετάσχει στη διαδικασία της αναθεώρησης. Οι σπουδαιότερες τροποποιήσεις αφορούσαν τη διασφάλιση της διάκρισης των εξουσιών, το ασυµβίβαστο µεταξύ στρατιωτικής και δηµοσιοϋπαλληλικής ιδιότητας αφ’ ενός και βουλευτικού αξιώµατος αφ’ ετέρου, και τη µονιµότητα των δικαστικών και των δηµοσίων υπαλλήλων. 

Λέσχη Φιλελευθέρων: 

Το 1912 άρχισε να αναδιοργανώνεται το κόµµα, µε την ίδρυση Λέσχης Φιλελευθέρων στην Αθήνα και σε ορισµένες άλλες εκλογικές περιφέρειες. 

Ραλλικό κόµµα:  

Ήταν ένα από τα αντιβενιζελικά κόµµατα. Ήταν από τα πιο αδιάλλακτα κόµµατα της αντιπολίτευσης µαζί µε το κόµµα του Κυριακούλη Μαυροµιχάλη. Το ραλλικό κόµµα ήταν αντίθετο προς τον εκσυγχρονισµό. Ήταν κατά της ισχυρής εκτελεστικής εξουσίας, όπως αυτή διαµορφώθηκε κατά τα τέλη του 19ου αιώνα και όπως το απαιτούσε η µεταρρυθµιστική πολιτική των Φιλελευθέρων. Υποστήριζε ότι το Κοινοβούλιο έπρεπε να έχει ισχυρή θέση στο πολιτικό σύστηµα. Στο πρόσωπο του βασιλιά, όµως, έβλεπε το σύµβολο της εθνικής ενότητας που ξεπερνούσε τα σύνορα της χώρας. Απευθυνόταν κατά κύριο λόγο στα µεσαία και κατώτερα στρώµατα των πόλεων καθώς και στους µικροκαλλιεργητές, δεδοµένου ότι η οικονοµική πολιτική των Φιλελευθέρων έδειχνε να ευνοεί, κυρίως, τα ανώτερα αστικά στρώµατα. Ζητούσε ενίσχυση της παραγωγής και αύξηση των θέσεων εργασίας, ώστε µε την οικονοµική ανάπτυξη να εξευρεθούν χρήµατα για εξοπλισµούς, να καταπολεµηθεί η διαφθορά και η πατρωνία των κοµµάτων. Πάντως, το ραλλικό κόµµα δεν είχε κάποιο συγκροτηµένο πρόγραµµα για την οικονοµική ανάπτυξη. 

Εθνικόν κόµµα: 

Ήταν ένα από τα αντιβενιζελικά κόµµατα. Ήταν από τα πιο αδιάλλακτα κόµµατα της αντιπολίτευσης µαζί µε το ραλλικό κόµµα. Στην ουσία, το Εθνικό Κόµµα του Κ. Μαυροµιχάλη δεν διέφερε από το ραλλικό ως προς τις πολιτικές του θέσεις. Οι εκπρόσωποί του προσπαθούσαν να εκµεταλλευτούν τη συµµετοχή του αρχηγού τους στα πολιτικά πράγµατα µετά το κίνηµα του 1909. Υποστήριζαν την «Ανόρθωση», που κατά την εκτίµησή τους δεν µπόρεσαν να υλοποιήσουν οι Βενιζελικοί.  

Κόµµα του Γ. Θεοτόκη: 

Το κόµµα του Γ. Θεοτόκη ήταν πιο µετριοπαθές από τα άλλα δύο αντιβενιζελικά κόµµατα και ζητούσε να διορθώσει αυτά που θεωρούσε λάθη των Φιλελευθέρων. Συµφωνούσε µε την πάση θυσία αύξηση των εξοπλισµών και ζητούσε φορολογικές ελαφρύνσεις για τους µικροεισοδηµατίες. Από το κίνηµα στο Γουδί έως τη συνταγµατική κρίση του 1915, µεταξύ των αντιβενιζελικών κοµµάτων το θεοτοκικό κόµµα είχε τη µεγαλύτερη εκλογική βάση, και έτσι αποτέλεσε τον πυρήνα των Αντιβενιζελικών. 

Κοινωνιολογική Εταιρεία: 

Τα αριστερά κόµµατα αρχικά ήταν οµάδες µε σοσιαλιστικές ιδέες, συνήθως ξένες προς την κοινωνική βάση στην οποία ήθελαν να απευθυνθούν, και αντιµετώπιζαν δυσκολίες συνεννόησης και κοµµατικής συσπείρωσης. Σοβαρότερη από όλες αυτές τις οµάδες ήταν η Κοινωνιολογική Εταιρεία, η οποία ξεκίνησε από µερικούς διανοούµενους ως αριστερός µεταρρυθµιστικός σύνδεσµος, µε στόχο να προπαγανδίσει πολιτικές θέσεις και στη συνέχεια να ιδρύσει κόµµα. Επιζητούσε για όλα τα µέλη της κοινωνίας ισότητα ευκαιριών, κοινωνικοποίηση των µέσων παραγωγής και διανοµή των αγαθών ανάλογα µε τις ανάγκες καθενός, πράγµα που θα µπορούσε να υλοποιηθεί µε τη σταδιακή αναµόρφωση της οικονοµίας και τη συνταγµατική µεταβολή. Για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι έπρεπε να οργανωθούν οι εργάτες σε επαγγελµατικές ενώσεις και να ιδρύσουν κόµµα. 

Λαϊκό Κόµµα: 

Για να επιτευχθούν οι στόχοι της Κοινωνιολογικής Εταιρείας έπρεπε να οργανωθούν οι εργάτες σε επαγγελµατικές ενώσεις και να ιδρύσουν κόµµα. Πράγµατι, στα µέσα του 1910 οι Κοινωνιολόγοι ίδρυσαν το Λαϊκό Κόµµα, µε αρχηγό τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου. Βασικές προγραµµατικές δηλώσεις του ήταν η αναµόρφωση του πολιτικού συστήµατος και η επιβολή αρχών κοινωνικής δικαιοσύνης. Στις δεύτερες εκλογές του 1910 εξελέγησαν 7 υποψήφιοι του κόµµατος, οι οποίοι παρείχαν κριτική υποστήριξη στους Φιλελευθέρους.  

Σοσιαλιστικό εργατικό Κόµµα Ελλάδος (Σ.Ε.Κ.Ε.):  

Οι υψηλοί δείκτες ανεργίας και οι άθλιες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των εργατών οδήγησαν σε έντονη πολιτικοποίησή τους, κατά τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα. Οι συνθήκες έδιναν την εντύπωση ότι οι πλούσιοι γίνονταν πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι. Το 1918 ιδρύθηκε το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόµµα Ελλάδος (Σ.Ε.Κ.Ε.) από συνέδριο σοσιαλιστών. Βασικές θέσεις του προγράµµατός του ήταν δηµοκρατία, παροχή εκλογικού δικαιώµατος στις γυναίκες, αναλογικό εκλογικό σύστηµα, εθνικοποίηση των µεγάλων πλουτοπαραγωγικών πηγών. Σχετικά µε την εξωτερική πολιτική, ζητούσε ειρήνη, χωρίς προσάρτηση εδαφών, βασισµένη στο δικαίωµα αυτοδιάθεσης των λαών. Τα προβλήµατα που αφορούσαν διαµφισβητούµενα εδάφη, θα λύνονταν µε δηµοψηφίσµατα. Το Σ.Ε.Κ.Ε. ήταν το πιο αυστηρά οργανωµένο κόµµα. Έως το 1919 ήταν υπέρ της κοινοβουλευτικής δηµοκρατίας. Σταδιακά αποµακρύνθηκε από αυτή, υιοθετώντας την αρχή της δικτατορίας του προλεταριάτου. Το 1924 µετονοµάστηκε σε Κοµµουνιστικό Κόµµα Ελλάδος (Κ.Κ.Ε.) 

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: 

ΕΛΕΝΗ ΔΡΑΚΑΚΗ, ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ 

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο:

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σας δεν θα δημοσιευθεί.