ΣΥΝΗΘΗ ΛΑΘΗ Ή ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΙΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΣΤΗN ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

ΛΑΘΗ ΣΤΟ ΘΕΜΑ Δ

Η πολυετής πείρα μου μέσα από τα ιδιαίτερα μαθήματα στα Νέα Ελληνικά με οδήγησε σε ορισμένες διαπιστώσεις αναφορικά με τα συχνότερα λάθη των μαθητών στη Νεοελληνική Γλώσσα, τις αβλεψίες και τις παρανοήσεις τους. Παρακάτω καταγράφω τις παρατηρήσεις μου σχετικά με τα σημεία που πρέπει να προσέχουμε ή να αποφεύγουμε κατά τη συγγραφή μιας έκθεσης(ΘΕΜΑ Δ). Τα λάθη κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες: δομής, περιεχομένου και έκφρασης

 1. ΛΑΘΗ ΣΤΟ ΘΕΜΑ Δ (ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΛΟΓΟΥ)

Α. ΛΑΘΗ ΔΟΜΗΣ

1. Ξεχνούν τον τίτλο, την προσφώνηση ή την αποφώνηση /επιφώνηση στην έναρξη ή το κλείσιμο της έκθεσης.

 2. Συγχέουν μεταξύ τους τα επικοινωνιακά πλαίσια που τους ζητούνται(π.χ. την ομιλία με την επιστολή ή το άρθρο), με αποτέλεσμα να γράφουν ακατάλληλες εισαγωγικές ή καταληκτικές φράσεις(π.χ. προσφώνηση αντί τίτλο) και να μην χρησιμοποιούν το ανάλογο ύφος.

3. Ξεκινούν ένα άρθρο, όχι με επικαιρική αφόρμηση, αλλά με γενικόλογες αναφορές στο χαρακτήρα της εποχής μας.

4. Ολοκληρώνουν τον πρόλογο, χωρίς να προϊδεάσουν τον αναγνώστη για τα θέματα που θα αναπτύξουν (δηλαδή για τα ζητούμενα της έκθεσης).

 5. Συχνά εντάσσουν στον πρόλογο στοιχεία/πληροφορίες που αφορούν στα ζητούμενα της έκθεσης και πρέπει να αναπτυχθούν στο κύριο μέρος της έκθεσης. (π.χ. αν η εκφώνηση ζητά να αναφερθούν στα οφέλη της εργασίας, γράφουν στον πρόλογο « η εργασία προσφέρει πολλά στον άνθρωπο και ένα από αυτά είναι οι οικονομικές απολαβές». Το επιχείρημα αυτό θα έπρεπε να αναφερθεί στο κύριο μέρος.

 6. Γράφουν παραγράφους που δεν διαθέτουν νοηματική ενότητα. (π.χ. ενώ προαναγγέλλουν στη θεματική πρόταση ότι θα αναφερθούν στις θετικές συνέπειες της τεχνολογίας στον τομέα της ιατρικής, ξαφνικά παρεμβάλλουν το επιχείρημα:  «η τεχνολογία άλλωστε, μηδένισε τις αποστάσεις και μας βοήθησε να επικοινωνήσουμε με ανθρώπους σε κάθε γωνιά της γης»). Με αυτόν τον τρόπο όμως διασπάται η ενότητα της παραγράφου και η αλληλουχία των ιδεών.

7. Δεν χωρίζουν το κείμενο σε παραγράφους ή κάνουν τυχαίο χωρισμό, που δεν βασίζεται στο νόημα της παραγράφου.

8. Διατυπώνουν λανθασμένους συλλογισμούς/επιχειρήματα. Συχνά μάλιστα χρησιμοποιούν την ίδια την αποδεικτέα θέση, ως επιχείρημα για να την αποδείξουν (π.χ. αν πρέπει να αποδείξουν ότι η εργασία δίνει χαρά στον άνθρωπο, μπορεί να πουν: «Η εργασία δίνει χαρά στον άνθρωπο, γιατί τον κάνει να αισθάνεται χαρούμενος»)

 9. Αν ή έκθεση έχει 2 ζητούμενα, συχνά τα αναπτύσσουν δυσανάλογα. Υπεραναπτύσσουν το ένα και με το άλλο καταπιάνονται ακροθιγώς. Χωρίς να είναι απαραίτητο τα δύο ζητούμενα να αναπτυχθούν στην ίδια ακριβώς έκταση, γιατί μπορεί να έχουν και διαφορετική βαρύτητα, καλό είναι να μην υπάρχει μεγάλη διαφορά στην έκταση της ανάπτυξής τους.

10. Παραλείπουν τον επίλογο ή κάνουν έναν πολύ μικρό επίλογο που μπορεί να εξαντλείται σε μια απλοϊκή ευχή.

11. Ενώ το θέμα ζητά να εκφράσουν την προσωπική τους γνώμη για ένα ζήτημα, ή να μιλήσουν για τις δικές τους επιλογές, μπορεί να γράψουν σε τρίτο πρόσωπο και να αναφερθούν στην άποψη των πολλών ή στις συνήθεις επιλογές των ανθρώπων (π.χ. το θέμα ζητά να πουν με ποια κριτήρια επιλέγουν οι ίδιοι τους φίλους τους και εκείνοι γράφουν (« Ένα από τα κριτήρια βάσει των οποίων οι άνθρωποι επιλέγουν τους φίλους τους είναι η ύπαρξη κοινών ενδιαφερόντων»)

 Β. ΛΑΘΗ ΣΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ

 1. Διαβάζουν βιαστικά την εκφώνηση της έκθεσης, με αποτέλεσμα να μην κατανοούν το ζητούμενο ή να το παρερμηνεύουν και να απαντούν σε κάτι άλλο. Αυτό αυτόματα τους βγάζει εκτός θέματος (π.χ. το θέμα λέει τι πρέπει να κάνουν οι άνθρωποι για να διαφυλάξουν την ατομικότητά τους και εκείνοι καταλαβαίνουν «τι πρέπει να κάνουν οι άνθρωποι, για να διατηρήσουν τη μοναχικότητά τους».

2. Παραθέτουν πληθώρα επιχειρημάτων επιγραμματικά, χωρίς καθόλου να τα αναπτύσσουν.

3. Η έκθεσή τους στερείται επαρκών επιχειρημάτων. (φτωχή επιχειρηματολογία)

4. Άλλες φορές πλατειάζουν, υπεραναλύουν, φλυαρούν ακόμα και παλιλλογούν (ξεχνούν τι έχουν γράψει και επαναλαμβάνουν τις ίδιες ιδέες, απόψεις με άλλα λόγια) π.χ. λένε « ένας από τους κινδύνους του διαδικτύου είναι ο εθισμός που οδηγεί στην κοινωνική απομόνωση» και παρακάτω μπορεί να πουν « οι νέοι κινδυνεύουν, γιατί σταδιακά ασχολούνται μόνο με το διαδίκτυο και χάνουν τους φίλους τους».

 5. Ενώ τους ζητείται να γράψουν τι ισχύει στη σύγχρονη πραγματικότητα εκείνοι γράφουν τι πρέπει να ισχύει ή το αντίστροφο. (π.χ. τους ζητείται να πουν «ποια είναι τα χαρακτηριστικά της σχέσης των νέων με τους μεγαλύτερους» και εκείνοι γράφουν «οι νέοι πρέπει να σέβονται τους μεγαλύτερους και να επιζητούν την καθοδήγησή τους».

6. Κάποιοι πάλι δεν τηρούν το μέτρο και διατυπώνουν απόλυτες, ακραίες απόψεις, τις οποίες στη συνέχεια δεν μπορούν να στηρίξουν με λογικά επιχειρήματα ή επιχειρούν αντιδραστικά να διαφοροποιηθούν από εκείνο που συνήθως ονομάζεται «κοινά αποδεκτή άποψη», χωρίς πάλι να μπορούν να αιτιολογήσουν επαρκώς τη θέση τους.

7.Παραθέτουν πληροφορίες που δεν ισχύουν ή είναι ανακριβείς.

 8.Διατυπώνουν συλλογισμούς που υστερούν σε λογική αλληλουχία και εγκυρότητα

9.Ο νέος τύπος έκθεσης συνήθως ζητά να καταθέσουν οι μαθητές τις απόψεις τους, αξιοποιώντας τις ιδέες των κειμένων που τους έχουν δοθεί. Κάποιοι μαθητές αγνοούν αυτή την οδηγία και δεν συμπεριλαμβάνουν στο κείμενό τους καμιά από τις ιδέες του κειμένου. Άλλοι πάλι μεταφέρουν αυτούσια τα λόγια του κειμένου στο δικό τους κείμενο αντί να κάνουν μια δημιουργική ανασύνθεση ή τα παραφράζουν ελαφρώς. Αυτό που οφείλουν να κάνουν είναι να αξιοποιήσου 2-3 απόψεις του συγγραφέα και να τις συνδυάσουν με τα δικά τους επιχειρήματα.

 10. Υπάρχουν και οι μαθητές που παραβλέπουν το β’ ζητούμενο και δεν το αναπτύσσουν καθόλου.

11. Ορισμένοι υπερβαίνουν κατά πολύ το όριο των λέξεων και άλλοι υπολείπονται σημαντικά του ορίου. Η απόκλιση από το όριο των λέξεων δεν πρέπει να υπερβαίνει ή να υπολείπεται τις 10 λέξεις.

12. Αφήνουν αναιτιολόγητες τις ιδέες που παραθέτουν π.χ. « Η γλωσσομάθεια ενισχύει με έναν τρόπο τη μητρική σου γλώσσα» (Δηλαδή με ποιον τρόπο;)

13. Αοριστολογούν και δεν απαντούν με συγκεκριμένα επιχειρήματα.

14. Χρησιμοποιούν σε μεγάλη έκταση τον παραδειγματικό λόγο και μάλιστα γράφουν απλοϊκά παραδείγματα από την προσωπική τους ζωή, χωρίς συχνά να καταλήγουν σε συγκεκριμένο συμπέρασμα. Η υπερβολική χρήση απλοϊκών παραδειγμάτων συνιστά μειονέκτημα για την έκθεση, γιατί υποβαθμίζει το επίπεδο του λόγου. Άλλωστε τέτοιου είδους παραδείγματα ποτέ δεν υποκαθιστούν ένα ισχυρό επιχείρημα.

15. Κάποιες φορές εκφράζουν μια απαισιόδοξη έως και πεσιμιστική στάση απέναντι στα προβλήματα. Είναι σημαντικό, όσο δύσκολα προβλήματα κι αν πραγματευόμαστε να αφήνουμε στο τέλος ένα παράθυρο ελπίδας για την αντιμετώπισή τους.

16. Πολλοί στον επίλογο επαναλαμβάνουν συνοπτικά, όσα είπαν στο κύριο μέρος. Χωρίς να σημαίνει ότι η ανακεφαλαίωση είναι σφάλμα δεν είναι όμως και ο καλύτερος, ο πιο πρωτότυπος ο πιο ευφάνταστος τρόπος να ολοκληρώσεις μια έκθεση.

Γ. ΛΑΘΗ ΣΤΗΝ ΕΚΦΡΑΣΗ

 1. Κάποιοι δεν βάζουν τόνους

2. Κάνουν πολλά ορθογραφικά λάθη (ριζικά και λάθη καταλήξεων).

 3.  Χρησιμοποιούν λανθασμένο γραμματικό πρόσωπο (π.χ. μόνο γ΄ ενικό αντί α’ ,ενώ τους ζητείται να γράψουν την προσωπική τους εμπειρία ή να εκφράσουν τα προσωπικά τους συναισθήματα)

 4. Στην προσπάθειά τους να εντυπωσιάσουν διολισθαίνουν στον βερμπαλισμό (υπερβολικά εντυπωσιακό λεξιλόγιο) και τη χρήση ακυρολεξιών( λέξεων που δεν ταιριάζουν στο γλωσσικό περιβάλλον, το επικοινωνιακό πλαίσιο, και παίρνουν μια διαφορετική σημασία από αυτή που έχουν) π.χ. «Η πολύχρωμη παλέτα των πρωταγωνιστών στο θέατρο της ιστορίας προσφέρει μια ανεπανάληπτη ομορφιά, με κάθε χρώμα να ξεδιπλώνει έναν μοναδικό χαρακτήρα που προσφέρει πλούσιες συγκινήσεις και συναισθήματα.» ή «πολλοί άνθρωποι αποδίδονται στον αθλητισμό» αντί «επιδίδονται στον αθλητισμό»

5. Χρησιμοποιούν μακροπερίοδο λόγο με περίπλοκη σύνταξη και λεξιλόγιο, με αποτέλεσμα να προκαλείται στο λόγο ασάφεια, και να καθίσταται ακατάληπτος. Πρέπει κάποιος να είναι έμπειρος χειριστής της γλώσσας, για να χρησιμοποιεί μακροπερίοδο λόγο και να μην υποπίπτει σε λάθη.

6. Γράφουν βιαστικά, χωρίς να προσέχουν την ορθογραφία. Τα εκτεταμένα ορθογραφικά λάθη αφαιρούν τουλάχιστον 4 μόρια.

7. Χρησιμοποιούν απλοϊκό, φτωχό λεξιλόγιο (απλολογίες)

8. Ξεχνούν τις συνδετικές λέξεις, όπου χρειάζονται. Οι συνδετικές λέξεις χρειάζονται, για να συνδέονται τα νοήματα, δεν πρέπει όμως να γίνεται κατάχρηση αυτών, γιατί τότε ο λόγος χάνει τη φυσικότητά του και γίνεται ψυχρός και στερεοτυπικός.

9. Αλλάζουν το πρόσωπο του ρήματος, ενώ το υποκείμενο παραμένει ίδιο (π.χ. « οι άνθρωποι χρειάζονται τους φίλους τους και μας αρέσει να συνυπάρχουμε, γιατί σε κάνει να νιώθεις αποδεκτός» αντί του « οι άνθρωποι χρειάζονται τους φίλους τους γιατί τους αρέσει να συνυπάρχουν, αφού νιώθουν αποδεκτοί. »

10. Αποφεύγουν και τις πολύ σύντομες ανολοκλήρωτες προτάσεις π.χ. «Η χώρα μας υστερεί αριθμητικά» (σε τι:)

11. Κάνουν κατάχρηση των αντωνυμιών «μας/του/μου» με αποτέλεσμα ο λόγος να υπεραπλουστεύεται π.χ. « Η τεχνολογία μας υπηρετεί, μας επιταχύνει την εργασία και μας κάνει τη ζωή πιο άνετη».

12. Γίνεται επίσης από πολλούς μαθητές κατάχρηση αρκτικόλεξων: π.χ, κ.τ.λ., κ.α.

13. Χρησιμοποιούν συχνά τη φράση «για παράδειγμα», που δεν είναι λάθος αλλά είναι χαρακτηριστική του προφορικού λόγου. Αντί αυτής θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα: « λόγου χάρη», «παραδειγματικά αναφέρω», «υπάρχουν πολλοί τρόποι επικοινωνίας, όπως…»

14. Ο λόγος συχνά υστερεί σε εκφραστική πυκνότητα, γιατί οι μαθητές χρησιμοποιούν αλλεπάλληλες δευτερεύουσες προτάσεις εις βάρος και της προσπάθειας για εξοικονόμηση λεξιλογίου. Καλό είναι, ό,που μπορούν, να κάνουν ονοματοποίηση του λόγου, να χρησιμοποιούν δηλαδή περισσότερα ουσιαστικά και επίθετα στη θέση των δευτερευουσών προτάσεων. Η ονοματοποίηση του λόγου προσδίδει άλλωστε στο ύφος, μεγαλύτερη επισημότητα και αντικειμενικότητα. π.χ.(αντί να πούμε « Οι άνθρωποι που αγαπούν να ταξιδεύουν», μπορούμε να πούμε « οι λάτρεις των ταξιδιών».)

15. Κάνουν υπερβολική χρήση αοριστόλογων εκφράσεων, όπως την αόριστη αντωνυμία «κάποιος, κάποιοι, κάτι», το επίρρημα «κάπου» αντί των «ορισμένοι, ένα γεγονός, σε κάποιο σημείο κ.τ.λ.»

16. Αρέσκονται στην ΅«πρεπολογία» χρησιμοποιούν δηλαδή επανειλημμένα το ρήμα «πρέπει». Αντί του «πρέπει» μπορούν να χρησιμοποιούν τα: «οφείλουμε, χρειάζεται, επιβάλλεται, είναι καλό, είναι επιτακτική ανάγκη κ.τ.λ.)

17. Ξεκινούν προτάσεις με τα: ● Δηλαδή ● έτσι ώστε ● ο οποίος/ η οποία/ το οποίο ● να ● γιατί

18. Χρησιμοποιούν εκφράσεις του προφορικού λόγου, όπως τα : «στο ότι», «το τι», «το πώς», «για το τι», π.χ. ● Είναι σημαντικό να πούμε το πώς θα λυθεί το πρόβλημα. (Είναι σημαντικό να βρούμε τη λύση του προβλήματος) ● Όλοι συμφωνούμε στο ότι πρέπει να δράσουμε (Όλοι συμφωνούμε στην ανάληψη δράσης) ● Πρέπει να σκεφτούμε το τι θα κάνουμε. ( Πρέπει να σκεφτούμε πώς θα ενεργήσουμε.) 19. Χρησιμοποιούν πολλά «που» και πολλά «όπου» ειδικά εκεί που δεν ταιριάζουν. π,χ. ● Θα διαλέξω τους φίλους, όπου μου ταιριάζουν. ( Το «όπου» δηλώνει τόπο και δεν έχει καμία θέση εδώ) ● Οι φίλοι που θέλω είναι αυτοί που μπορώ να τους εμπιστευτώ και που θα είναι πάντα εκεί για μένα, που θα είμαι επίσης πιστός σε αυτούς. ( Οι  φίλοι της καρδιάς μου είναι οι αξιόπιστοι και οι αφοσιωμένοι, στους οποίους βέβαια κι εγώ θα είμαι πιστός.)

Μαρία Πετροπούλου Φιλόλογος με ειδίκευση στα Νέα Ελληνικά

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο:

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σας δεν θα δημοσιευθεί.