Μήπως το παιδί σας είναι χαρισματικό;
Αδυναμίες και προβλήματα χαρισματικών παιδιών
Αξίζει να σημειωθεί πως στη σχολική κοινότητα υπάρχουν κάποια παιδιά με ιδιαιτερότητες ως προς τον τρόπο επικοινωνίας τους με τους άλλους και ως προς τον τρόπο που συλλαμβάνουν τον κόσμο γύρω τους. Μαθητές που χρήζουν ειδικής αντιμετώπισης για να ενσωματωθούν ομαλά στη σχολική κοινότητα και να γίνουν αποδεκτά από όλους. Είναι τα λεγόμενα χαρισματικά παιδιά. Πρόκειται για παιδιά με υψηλότερο δείκτη ευφυίας από τον μέσο όρο αλλά με δυσκολίες διαφορετικής φύσεως. Συχνά παρουσιάζουν κάποιες ιδιαίτερες ευαισθησίες μπορεί να είναι στην όραση, τον ήχο, τη μυρωδιά, την κυκλοφορία και την αφή. Για παράδειγμα, μπορεί να είναι εξαιρετικά ανήσυχα όταν έχουν μια ρυτίδα στην κάλτσα τους, ή αδυναμία συγκέντρωσης, λόγω της ηχητικής του ένα ρολόι χτυπάει στην άλλη πλευρά του δωματίου.
Επίσης όσο πιο ταλαντούχο είναι το παιδί τόσο πιο αντισυμβατικός είναι ο τρόπος σκέψης του και η αίσθησή του το οδηγεί στην απομόνωση. Το 25% των χαρισματικών παιδιών έχουν κοινωνικά και συναισθηματικά προβλήματα (Μελετέα, 2004).
Τρείς κατηγορίες προβλημάτων:
1. Κοινωνικής φύσεως/ Συμπεριφοριστικής
Τα προβλήματα που προκύπτουν συνήθως στα χαρισματικά παιδιά είναι καταρχάς κοινωνικής φύσης. Περιθωριοποιούνται από τους συνομήλικούς τους, νιώθουν να μην ανήκουν και συχνά επιλέγουν να υποβαθμίζουν δημοσίως τις ικανότητές τους, προκειμένου να γίνουν αποδεκτά από τον περίγυρο. Δάσκαλοι και γονείς αισθάνονται, πολλές φορές, ότι αδυνατούν ν’ αντεπεξέλθουν στις ανάγκες των παιδιών αυτών και αντιδρούν αμήχανα. Ευφυέστερος δε σημαίνει απαραίτητα ευτυχέστερος, υγιέστερος, πιο πετυχημένος, κοινωνικά αποδεκτός ή πιο σίγουρος. Ούτε ευφυέστερος απαραίτητα σημαίνει μανιώδης, δύσκολος, υπερβολικά ευαίσθητος ή νευρωτικός. Υπό την έννοια των συναισθηματικών και κοινωνικών χαρακτηριστικών, εξυπνότερος ίσως να μη σημαίνει διαφορετικός σε τίποτα. Ωστόσο, αν και τα χαρισματικά παιδιά δεν έχουν κοινά χαρακτηριστικά γνωρίσματα, οπωσδήποτε έχουν κοινά προβλήματα. Κάποιες φορές η έντονη περιέργεια, η πολύ ενέργεια και η τάση τους με συνεχείς ερωτήσεις για τα πάντα μπορεί να τους στιγματίσει με χαρακτηρισμούς του τύπου «μπελάς» ή να οδηγήσει σε λανθασμένες διαγνώσεις για αυτούς ότι παρουσιάζουν διαταραχές ελλειμματικής συμπεριφοράς. Άλλες φορές πάλι γίνονται οι «κλόουν» της τάξης για να τραβήξουν την προσοχή ή κλείνονται τελείως στον εαυτό τους, απογοητεύονται από την ρουτίνα και κυρίως την αδράνεια, κριτικάρουν σκληρά και ενίοτε ματαιώνουν και απορρίπτουν τους άλλους, έχουν τάσεις υπερβολής σε θέματα του άμεσου ενδιαφέροντός τους, επιδεικνύουν ανυπομονησία, ισχυρογνωμοσύνη, αυθάδεια, αυταρχικότητα, χειριστικότητα, αδιαλλαξία, αφηρημάδα, έλλειψη συνεργασίας, αποδιοργανωτική συμπεριφορά και συχνά, καταθλιπτικές τάσεις (Clark, 1997/Davis & Rimm, 1998).
2. Μαθησιακά προβλήματα
Πολλά απ’ τα «έξυπνα» παιδιά ενδέχεται να παρουσιάζουν σχολική υποεπίδοση, κάποιο είδος αναπτυξιακής καθυστέρησης, όπως δυσλεξία, δυσπραγία ή προβλήματα στη γραφή σε ποσοστό μεγαλύτερο από το συνολικό μέσο όρο του πληθυσμού. Γιατί συμβαίνει όμως αυτό; Τι συμβαίνει μέσα σε αυτούς τους εκπληκτικούς εγκεφάλους; Μερικά μέρη του εγκεφάλου αναπτύσσονται εις βάρος κάποιων άλλων. Δεν μπορείτε να τα έχετε όλα και είναι πολύ σπάνιο να βλέπει κανείς πραγματικά προικισμένα παιδιά να έχουν ταλέντο σε όλα. Για παράδειγμα, το είδος των ορμονών που επηρεάζουν τα γλωσσικά μέρη του εγκεφάλου, έχουν την τάση να σταματούν την έκκριση των ορμονών που επηρεάζουν την ανάπτυξη της κατανόησης του χώρου και των μαθηματικών.
Αρκετοί ερευνητές κατανοούν ότι τα ακαδημαϊκά ταλαντούχα παιδιά μπορεί ταυτόχρονα να έρχονται σε ρήξη με τα ακαδημαϊκά καθήκοντα του σχολείου (Baum, Cooper, & Neu, 2001; Baum & Owen, 2004). Η χαρισματικότητα προϋποθέτει και μη ακαδημαϊκές ικανότητες σχετιζόμενες με την σχολική επίδοση (Morisano, Shore, 2010).
Τα χαρισματικά παιδιά στο σχολείο, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους, σε πολλές περιπτώσεις, υποβάλουν ενοχλητικές ερωτήσεις ή προκαλούν εκτός θέματος συζητήσεις, παραμελούν τα καθήκοντά τους, βαριούνται και δεν συμμετέχουν στις σχολικές δραστηριότητες.
3. Ψυχολογικά προβλήματα
Τα παιδιά αυτά είναι πιο επιρρεπή στις διαταραχές που σχετίζονται με το άγχος, απλά επειδή είναι «πλημμυρισμένα» με την εξελιγμένη κατανόηση που έχουν για τον κόσμο. Τα παιδιά αυτά μπορούν να αντιληφθούν αμέσως σε πόσο βίαιο και ανεξέλεγκτο κόσμο ζούμε. Όμως δεν έχουν τις συναισθηματικές ικανότητες για να αξιοποιήσουν αυτές τις γνώσεις. Σε μερικές περιπτώσεις, το άγχος και η κατάθλιψη είναι πολύ πιθανόν να κάνουν την εμφάνισή τους. Ευαισθησίες των προικισμένων είναι συχνά στην ψυχική και συναισθηματική υπερ-ευαισθητοποίησης με τα συμπτώματα της υπερκινητικότητας, διπολική διαταραχή, ADHD, αυτισμό καθώς και άλλες ψυχολογικές διαταραχές. Το πώς νιώθουν τα χαρισματικά παιδιά σε συναισθηματικό επίπεδο δε συμβαδίζει πάντα με τις πνευματικές τους ικανότητες.
Τα πολύ έξυπνα παιδιά παθαίνουν συχνά εμμονές με περίπλοκα θέματα όπως με τη ζωή, τον θάνατο, το καλό και το κακό. Οι ανεπτυγμένοι εγκέφαλοι παράγουν μερικές προκλητικές ερωτήσεις, όπως: «Γιατί είμαστε εδώ;», «Τι γίνεται όταν πεθαίνουμε;», «Γιατί ήταν τόσο κακός άνθρωπος ο Χίτλερ;». Παρόλα αυτά, είναι σημαντικό να θυμάστε ότι συναισθηματικά, αυτά τα παιδιά απέχουν πολύ από το να αντιμετωπίσουν τις απαντήσεις αυτών των φιλοσοφικών ερωτήσεων.
Όπως τα μέλη κάθε υποομάδας, έτσι και τα χαρισματικά παιδιά ενδέχεται να νιώθουν ανασφάλεια, επειδή ακριβώς διαφέρουν από το πλήθος. Οι έφηβοι και οι προέφηβοι θέλουν απεγνωσμένα να είναι όπως όλοι οι άλλοι και κάθε διαφορά είτε θετική είτε αρνητική είναι αιτία άγχους.
Υπάρχουν περιπτώσεις που ένα χάρισμα ή ένα ταλέντο μπορεί να αναμιχθεί με κάποιες αρνητικές πτυχές του χαρακτήρα τους συγκεκριμένα, μπορεί να παρουσιάζουν:
• Αγωνιώδεις προσπάθειες να αποδεχθούν τον εαυτό τους.
• Εύθραυστη αυτοπεποίθηση – εικόνα για τον εαυτό τους.
• Έντονα αισθήματα αμηχανίας, δυσαρέσκειας και ντροπής κατά τη συναναστροφή τους με άλλους ανθρώπους.
• Έντονα αισθήματα σύγχυσης, απογοήτευσης και θυμού.
• Έντονη επιθυμία να απελευθερώσουν τη μέχρι τώρα καταπιεσμένη ενέργειά τους.
• Δυσκολία στην επιλογή μελλοντικής κατεύθυνσης.
Όλα ξεκινούν από την οικογένεια, η οποία οφείλει να έχει τις «κεραίες» της τεταμένες, ώστε να διαγνώσει την ιδιαιτερότητα του παιδιού και να ζητήσει τη βοήθεια των ειδικών. Ο εντοπισμός καλό θα ήταν να γίνει από την προσχολική ηλικία, ώστε να βοηθήσουμε το παιδί.
Αντιμετώπιση/ Εκπαίδευση
Η εκπαιδευτική κοινότητα έχει παραβλέψει συχνά τα συναισθηματικά προβλήματα των χαρισματικών μαθητών για τους ίδιους λόγους που έχουμε παραβλέψει τις πνευματικές τους ανάγκες. Ίσως επειδή έχουμε τόσα άλλα παιδιά με χειρότερα προβλήματα. Ίσως γιατί πιστεύουμε ότι τα «έξυπνα παιδιά δε χρειάζονται τη βοήθειά μας». Πολλοί από εμάς πιθανότατα δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι μερικοί από τους πλέον προικισμένους μαθητές μας είναι σε μεγάλη σύγχυση. Εκ πρώτης όψεως δε δείχνουν ότι έχουν ανάγκη από βοήθεια, δείχνουν ότι δεν τους λείπει τίποτα. Συνηθισμένοι να παλεύουν τα πνευματικά τους προβλήματα με τη λογική, οι ίδιοι οι μαθητές μπορεί να αρνούνται τα συναισθηματικά τους προβλήματα λέγοντας: “Υποτίθεται ότι είμαι έξυπνος. Πρέπει να βρω τη λύση μόνος μου.” Ή, ακριβώς επειδή είναι έξυπνοι, μπορούν εύκολα να ξεγελάσουν τους εαυτούς τους ή να εκλογικεύσουν τη συμπεριφορά τους. Η κατάσταση είναι πολύπλοκη, καθώς οι δυνατότητες των χαρισματικών παιδιών συχνά καλύπτουν τις αδυναμίες τους και οι αδυναμίες τους συγκαλύπτουν τις δυνατότητές τους (Ruban, Reis, 2005).
Πολλοί καθηγητές και γονείς πιστεύουν ότι δεν υπάρχει ανάγκη να γίνει κάτι το ειδικό για αυτά τα παιδιά. Ωστόσο δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι αρκετοί χαρισματικοί μαθητές παρουσιάζουν δυνατότητες κάτω από αυτές που μπορούν πραγματικά λόγω του ότι δεν βρέθηκαν σε κατάλληλο περιβάλλον για να τις αναπτύξουν και χάθηκαν ή δεν αναγνωρίστηκαν ποτέ ως χαρισματικά παιδιά. (Richert, 1991; Silverman, 1998). Τα «ξεχωριστά» παιδιά έχουν ανάγκη από ένα εκπαιδευτικό σύστημα, που θα λειτουργεί ως πρόκληση για τις ικανότητές τους και θα τους βοηθά ν’ αναπτύξουν την πρωτοτυπία και τη φαντασία τους. Κάτι τέτοιο αποδεικνύει πως όσο πλεονέκτημα κι αν έχει κάποιο παιδί στην εκκίνηση (κληρονομικότητα, γενετήσια προδιάθεση), η πορεία και η εξέλιξή του είναι άμεσα συνυφασμένη με το περιβάλλον στο οποίο ζει. Αν αυτό είναι φτωχό σε ερεθίσματα, τότε και οι ιδιαίτερες κλίσεις του σιγά-σιγά θα εξαφανιστούν.
Μια ακαδημαϊκή ανταλλαγή ιδεών στον τομέα των χαρισματικών ανθρώπων και των μαθησιακών δυσκολιών επιτρέπουν στους ερευνητές και τους επαγγελματίες να συζητήσουν καλύτερους τρόπους για να ερμηνεύσουν την έρευνα στην πράξη με στόχο την καλύτερη μέθοδο εντοπισμού μαθητών με «διπλές ιδιαιτερότητες». Για αυτούς τους μαθητές έχουν γίνει κάποιες μελέτες που έχουν στόχο να τους στηρίξουν. Χαρισματικά παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες χρειάζονται μία πολυμετωπική και πολυαισθητηριακή προσέγγιση διδασκαλίας. Ειδικότερα έξι στρατηγικές μάθησης αναπτύσσονται και προτείνονται στην μελέτη του Al-Hroub, 2010. Ο ίδιος παρατήρησε ότι χαρισματικοί μαθητές με τάσεις ιδιαίτερες στα μαθηματικά αλλά που ταυτόχρονα παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες (LDs) σκέφτονται καλύτερα με εικόνες παρά με λέξεις και προτείνει στους δασκάλους να αποφεύγουν τις δοκιμασίες με χρονικούς περιορισμούς καθώς η λειτουργία που σχετίζεται με την επιτάχυνση της όλης διαδικασίας της σκέψης τους είναι προβληματική για αρκετά από αυτά τα παιδιά. Επιπλέον φαίνεται σημαντικό αν αφιερωθεί από τους καθηγητές τους μεγαλύτερος χρόνος κατά την διδασκαλία στην επίλυση προβλημάτων. Περισσότερος χώρος και χρόνος θα ήταν καλό να δοθεί στην συζήτηση και μελέτη διαφόρων διαφορετικών τρόπων της διδασκαλίας. Ο ρόλος του σχολείο ως εκπαιδευτικό σύστημα για καθηγητές και δασκάλους όσο και για μαθητές θα πρέπει να αναγνωριστεί απ’ όλους. (Karp, 2010). Οι Coleman και Gallagher (1995) έχουν προσδιορίσει τις καλύτερες δυνατές πρακτικές στην εκπαίδευση των χαρισματικών παιδιών. Αυτές οι πρακτικές μπορούν να εκπονηθούν με τη χρήση διάφορων προαιρετικών προγραμματικών υπηρεσιών, όπως η επιτάχυνση, ο εμπλουτισμός, η διαφοροποίηση, η συμπύκνωση του αναλυτικού προγράμματος, το εναλλακτικό αναλυτικό πρόγραμμα, οι επιπλέον του αναλυτικού προγράμματος δραστηριότητες και η προσωπική ανάπτυξη.
Τα κατάλληλα μοντέλα που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν είτε για εμπλουτισμό των παρεχόμενων γνώσεων, είτε για επιτάχυνση της μαθησιακής διαδικασίας είναι:
α) Τοποθέτηση του παιδιού σε μεγαλύτερη τάξη. (Ward, 1975). Κάτι που δεν προβλέπεται από την Ελληνική νομοθεσία. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα βασίζεται σε αυστηρά ηλικιακά κριτήρια, γεγονός που δεν αφήνει περιθώριο για εφαρμογή οποιουδήποτε άλλου μοντέλου διδασκαλίας. Παραδέχθηκαν ότι ο δρόμος είναι ακόμη μακρός ώσπου να υπάρξει μια ουσιαστική παρέμβαση.
Οι κυριότεροι τρόποι εφαρμογής αυτού του μοντέλου είναι οι εξής: η επιτάχυνση (προώθηση) ως προς την τάξη, η εγγραφή στο σχολείο σε ηλικία μικρότερη από αυτή που ορίζει ο νόμος, η παράλειψη τάξεων, η επιτάχυνση ως προς το περιεχόμενο του προγράμματος, η αυτορυθμιζόμενη διδασκαλία, ο συνδυασμός τάξεων ή η παρακολούθηση εξωδιδακτικών προγραμμάτων (Southern &Jones, 1991). Τα θετικά στοιχεία της επιτάχυνσης (προώθησης) για τους χαρισματικούς μαθητές είναι η ενίσχυση της αυτοεκτίμησης, η συναισθηματική προσαρμογή, το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, οι επιπτώσεις στην ποιότητα και στην ποσότητα της γνώσης (Rogers, 2002). Στα αρνητικά αναφέρονται παρενέργειες στην κοινωνικο-ψυχολογική ανάπτυξη και ισορροπία των χαρισματικών μαθητών.
β) Ειδικά σχολεία για χαρισματικούς μαθητές με εξαιρετικές ικανότητες ή ειδικά σχολεία για ταλέντα σε συγκεκριμένους τομείς, όπως αθλητισμός, μουσική, τέχνες. Εκτός από το κανονικό πρόγραμμα προβλέπονται και εξειδικευμένες δραστηριότητες. Κάτι που δεν προβλέπεται από την Ελληνική νομοθεσία. Γίνεται όμως μια προσπάθεια με την δημιουργία και επέκταση του θεσμού των καλλιτεχνικών σχολείων.
γ) Ειδικά τμήματα, όπου ορισμένες ώρες της ημέρας παρακολουθούν μαθήματα που σχετίζονται περισσότερο με τις αυξημένες ικανότητές τους. Τα προγράμματα αυτά περιλαμβάνουν την εκπόνηση σχεδίων εργασίας σε τομείς του ενδιαφέροντός τους, οργανωμένες δραστηριότητες που αποβλέπουν στην ανάπτυξη της κριτικής και δημιουργικής σκέψης, επίλυση προβλημάτων και λήψη αποφάσεων (Ματσαγγούρας, 2008).
δ) Συγκρότηση ομάδων μαθητών με κριτήριο το επίπεδο, ως προς τις ικανότητες και τις γνώσεις, που επιθυμούν να αποκτήσουν (Smith, 1998). Συγκεκριμένα προτείνεται το μοντέλο της συνεκπαίδευσης με σχετική διαφοροποίηση της διδασκαλίας για την κάλυψη των αναγκών των χαρισματικών μαθητών, ώστε να υπάρχει ενδιαφέρον για απόκτηση γνώσεων, ικανοτήτων και αξιών. Δεν χρειάζεται υπερφόρτωση με δραστηριότητες, ούτε όμως αδιαφορία. Κάθε παιδί πρέπει να έχει το χρόνο να παίξει και να ανακαλύψει μόνο του τα ενδιαφέροντά του δίχως πίεση και άγχος. Ένα ευέλικτο και εμπλουτισμένο αναλυτικό πρόγραμμα, με δημιουργικές προεκτάσεις, δίνει τη δυνατότητα να υλοποιούνται δραστηριότητες που θα κρατούν ζωντανό το ενδιαφέρον των χαρισματικών μαθητών και συμβάλλει στην αρμονική ανάπτυξη και εξέλιξή τους. Όπως τονίζουν οι ειδικοί που υποστηρίζουν αυτό το μοντέλο μάθησης, ο σωστός χειρισμός των χαρισματικών παιδιών δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να φθάνει… στα άκρα. «Δεν χρειάζεται ούτε γκετοποίηση ούτε περιθωριοποίηση. Το ιδανικό είναι να φοιτούν σε κανονικό σχολείο να παρακολουθούν ένα πρόγραμμα εμπλουτισμού. Αξιοποιούν τις πολύ υψηλές ικανότητές τους σε εξωσχολικές δραστηριότητες σε συνεργασία με άλλα παιδιά αναλόγων ικανοτήτων» επισημαίνει η κυρία Θωμαΐδου.
Στoν εμπλουτισμό του διδακτικού προγράμματος αναπτύσσεται ύλη περισσότερη από όση προβλέπει το αναλυτικό πρόγραμμα με την επιδίωξη της αύξησης των μαθησιακών εμπειριών σε βάθος και εύρος (Ward, 1975). Στόχος είναι η μέγιστη αξιοποίηση των ικανοτήτων των χαρισματικών μαθητών, εντός ή εκτός της σχολικής τάξης. Ο χαρισματικός μαθητής καλύπτει την ίδια ύλη με τους συμμαθητές του, αναζητά όμως περισσότερες γνώσεις μέσω μιας συστηματικής μελέτης (Cutts & Moseley, 1957). Ο εμπλουτισμός του διδακτικού προγράμματος μπορεί να γίνεται (α) με εμβάθυνση του περιεχομένου, δηλ. με τη διδασκαλία λεπτομερειών, τη σε βάθος κατανόηση εννοιών, δομών και ειδικών θεμάτων της οντότητας που επεξεργαζόμαστε (Clough & Olson, 2008), (β) με τη διεύρυση του περιεχομένου, δηλαδή με την προσθήκη θεμάτων που ενδιαφέρουν και καλύπτουν ανάγκες των χαρισματικών μαθητών, γ) με την ποικιλία περιεχομένου, για να επιτευχθεί η ολόπλευρη γνώση, και δ) με τη δημιουργικότητα, με την αναζήτηση νέων καταστάσεων, με τη διαφορετικού τρόπου επίλυση προβληματικών καταστάσεων (Ματσαγγούρας, 2008).
Σε ένα εμπλουτισμένο πρόγραμμα δίνεται έμφαση στη δημιουργική ικανότητα (μέσα από τις ανοιχτές ερωτήσεις, τις τεχνικές παραγωγής ιδεών, εφαρμογή νέων τεχνικώνκ.α), στη συστηματική μελέτη, στο ενδιαφέρον για απόκτηση γνώσεων και κοινωνικών δεξιοτήτων, στην πρωτοβουλία και την πρωτοτυπία, στις υψηλές προσδοκίες για επιτυχία, στις ομαδοσυνεργατικές δραστηριότητες με έμφαση στις ηγετικές ικανότητες του χαρισματικού μαθητή και στην ευελιξία στην οργάνωση της διδασκαλίας. Απαιτείται να γίνεται προσαρμογή στο ρυθμό, στο βαθμό δυσκολίας και πολυπλοκότητας, στην έκταση της διδακτέας ύλης, αλλά και στη δυνατότητα και τα ενδιαφέροντα των μαθητών (Ματσαγγούρας, 1985).
Το σχολείο έχει την ευθύνη της ενίσχυσης των χαρισματικών μαθητών: να επικοινωνούν και να συνεργάζονται με τους συμμαθητές τους, να αξιοποιούνται στην ομαδοσυνεργατική διδασκαλία, να παρωθούν και να ενισχύουν τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας, να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και να πρωταγωνιστούν σε καινοτόμα προγράμματα (Van Tassel-Baska, 2002). Η κοινωνική ανάπτυξη των χαρισματικών παιδιών μπορεί να επιτευχθεί μέσα από την ευαισθητοποίησή τους προς τις κοινωνικές ανάγκες, την ηγεσία, την κοινωνική ευθύνη, την πρωτοβουλία και τον αλτρουϊσμό (Renzulli, 2003). Χρειάζεται επικοινωνία, συνεργασία, υποστήριξη, μέριμνα και ανάπτυξη διαθεματικών δραστηριοτήτων σε τομείς της επιστήμης και της τέχνης που θα συμβάλλουν στη διαθεματική εκπαίδευση των χαρισματικών παιδιών, για να πετύχουμε την αρμονική ανάπτυξή τους (Ματσαγγούρας, 2005). Χρησιμοποιούμε τη διερεύνηση, την ομαδοσυνεργατική διδασκαλία, τα σχέδια δράσης, τις δημιουργικές πρωτότυπες ερωτήσεις, τη διαθεματική προσέγγιση, με την οποία οι χαρισματικοί μαθητές αναζητούν, συνδέουν και συσχετίζουν διαφορετικές γνώσεις από ποικίλους επιστημονικούς τομείς. Ένας συνδυασμός ομαδοσυνεργατικής και εξατομικευμένης διδασκαλίας, με σκοπό την ανάπτυξη της αυτογνωσίας των μαθητών μέσα από τη συσχέτιση του ατόμου με τους συμμαθητές του, αποδεικνύεται ιδιαίτερα αποτελεσματικός (Tomlinson, 2004).
Ο διδάσκων δε χρειάζεται να απαντά σε πιθανές προκλήσεις του χαρισματικού μαθητή. Εάν ο μαθητής έχει δίκιο, ο εκπαιδευτικός οφείλει να το δεχτεί και να το επισημάνει. Είναι καλύτερα να αναγνωρίσει τις ικανότητες του παιδιού και να δεχτεί τη συμπεριφορά του παρά να το τιμωρήσει και να καταστείλει την αυθόρμητη ή σκόπιμη εκδήλωση της εξυπνάδας του.
Δίνουμε προσοχή στην ανάπτυξη της προσωπικότητας και της κοινωνικής και συναισθηματικής προσαρμογής των παιδιών. Στη διδασκαλία προτάσσουμε την ανάπτυξη της κριτικής και δημιουργικής σκέψης για την επεξεργασία των δεδομένων και έτσι αναδεικνύονται έννοιες και γενικεύσεις οι οποίες συμβάλλουν στην κατανόηση των δεδομένων και μπορούν να αξιοποιηθούν στη λύση προβλημάτων (Ματσαγγούρας, 2008).
Μαρία Πετροπούλου, Φιλόλογος, Συγγραφέας σχολικών βοηθημάτων Ν. Γλώσσας & Λογοτεχνίας, Αρθρογράφος
Image by <a href="http://Image by <a href="https://www.freepik.com/free-photo/baby-dressed-up-as-business-person_33303217.htm#page=3&query=kid%20with%20high%20iq&position=0&from_view=search&track=ais">Freepikfreepik