ΘΕΩΡΙΑ ΣΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΛΑΘΗ ΣΤΗ ΘΕΩΡΙΑ 1. Στην άσκηση Σωστού-Λάθους, που σχετίζεται με την κατανόηση των κειμένων, συνήθως ζητείται να αιτιολογηθεί η απάντηση με κειμενικές αναφορές. Ορισμένοι μαθητές δεν περιορίζονται στην απλή καταγραφή του χωρίου που καταδεικνύει την απάντηση αλλά επιχειρούν να το αναδιατυπώσουν, συχνά λανθασμένα. Θα πρέπει, όμως, να κάνουν αυτό ακριβώς που τους ζητείται: να παραθέτουν απλώς αυτούσιο το χωρίο του κειμένου και μάλιστα να αναζητούν το πιο χαρακτηριστικό χωρίο αν το περιεχόμενο της πρότασης επιβεβαιώνεται ή διαψεύδεται από περισσότερα του ενός χωρία του κειμένου. 2. Όταν ζητείται να επιβεβαιωθεί η επίκληση στο συναίσθημα που κάνει ο συγγραφέας με εντοπισμό σχημάτων λόγου και να δηλωθεί η λειτουργία του κάθε σχήματος, θα πρέπει να επιλέγουμε σχήματα λόγου που πράγματι επιβεβαιώνουν την επίκληση στο συναίσθημα και όχι να παραθέτουμε όποιο σχήμα λόγου βρούμε μπροστά μας, το οποίο όμως μπορεί να μην εξυπηρετεί αυτό το σκοπό (π.χ. τα εισαγωγικά στα οποία μπορεί απλώς να εμπεριέχεται ο τίτλος ενός βιβλίου). Επιπλέον όταν μας ζητείται η λειτουργία των σχημάτων λόγου θα πρέπει να αναφερόμαστε στο καθένα χωριστά ερμηνεύοντας και το νόημα που έχει στο κείμενο (κειμενοκεντρική προσέγγιση) και όχι να λέμε απλώς ότι το συγκεκριμένο σχήμα προσδίδει αμεσότητα, ζωντάνια και παραστατικότητα. ΣΗΜΕΙΩΣΗ! Οι εικόνες δεν θεωρούνται σχήμα λόγου αλλά εκφραστικό μέσο.
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 1. Το ερώτημα της Λογοτεχνίας, σύμφωνα με το νέο σύστημα δομείται σε 3 άξονες με τρία ζητούμενα: το θέμα του κειμένου, οι κειμενικοί δείκτες που το αναδεικνύουν, η προσωπική ανταπόκριση, θέση, στάση των μαθητών στο θέμα αυτό. Κάποιες φορές οι μαθητές ενώ αναφέρουν τους κειμενικούς δείκτες δεν τους συνδέουν οργανικά με το θέμα του κειμένου ερμηνεύοντας τη λειτουργία τους. Συχνά μάλιστα επιλέγουν τυχαία έναν οποιονδήποτε κειμενικό δείκτη, που μπορεί να μην αναδεικνύει το θέμα που ζητά η εκφώνηση της άσκησης. Αυτό φυσικά είναι λάθος και θα πρέπει να προσεχθεί από τους μαθητές. Έχει παρατηρηθεί επίσης ότι ορισμένοι ξεχνούν να γράψουν τη δική τους στάση απέναντι στο θέμα. 2. Όταν η ερώτηση ζητά να αναφερθούμε στη συναισθηματική κατάσταση του ήρωα ή του ποιητικού υποκειμένου δεν την χαρακτηρίζουμε απλώς ως ταραγμένη, θλιμμένη, απαισιόδοξη κ.τλ αλλά ερμηνεύουμε αυτά τα συναισθήματα, λέμε δηλαδή από πού πηγάζουν. 3. Οι κειμενικοί δείκτες που θα βρούμε θα πρέπει να είναι διαφορετικοί μεταξύ τους. π.χ δεν θα βρούμε 3 μεταφορές αλλά μία μεταφορά, ένα ρητορικό ερώτημα, μια επανάληψη κ.τ.λ. και να δώσουμε και ένα παράδειγμα από κάθε έναν κειμενικό δείκτη με την αντίστοιχη κειμενική αναφορά. 4. Η φωνή σε ένα ποίημα είναι το ποιητικό υποκείμενο, μια κατασκευασμένη περσόνα, ακόμα κι αν ταυτίζεται με τον ποιητή, που εκφράζει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του. Όταν ερμηνεύουμε το ποίημα αναφερόμαστε στις σκέψεις και τα συναισθήματα του ποιητικού υποκειμένου. π.χ. (Το ποιητικό υποκείμενο βιώνει απέραντη μοναξιά). Όταν όμως αναφερόμαστε στις λογοτεχνικές επιλογές (γλώσσα, εκφραστικά μέσα, ποιητικές τεχνικές τότε μιλάμε για επιλογές του ποιητή, αυτού δηλαδή που δημιούργησε το ποίημα π.χ( Ο ποιητής αξιοποιεί τη συγκεκριμένη μεταφορά για να αποδώσει παραστατικά την ένταση της μοναξιάς του ποιητικού υποκειμένου). 5. Όταν ερμηνεύουμε ακολουθούμε τη σειρά του λογοτεχνικού κειμένου, δηλ. ξεκινάμε τον σχολιασμό από την αρχή προς το τέλος. 6. Προτιμότερο θα ήταν, αν για παράδειγμα μας ζητείται να χαρακτηρίσουμε τη στάση του ποιητικού υποκειμένου, πρώτα να χαρακτηρίσουμε και στη συνέχεια να την ερμηνεύσουμε και να έπονται οι κειμενικοί δείκτες και οι κειμενικές αναφορές, εφόσον αποτελούν τα αποδεικτικά στοιχεία του σημείου που σχολιάζουμε. 5. Όταν γράφουμε την προσωπική μας στάση απέναντι στο θέμα, θα πρέπει να χρησιμοποιούμε α’ ενικό πρόσωπο, για να γίνει σαφές ότι πρόκειται για τη δική μας άποψη. Προσέχουμε να τηρούμε το όριο λέξεων. Μια υπέρβαση κατά 10% είναι αποδεκτή.
Μαρία Πετροπούλου Φιλόλογος με ειδίκευση στα Νέα Ελληνικά – Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία